Την είδα την Ξανθούλα, την είδα ψες αργά
Στο μπάνιο, στην κουζίνα, να τραβάει τα μαλλιά
Να χτυπιέται και να δέρνεται από την απελπισιά
Γιατί θεέ μου,γιατί θεέ, να της συμβαίνουν όλα αυτά?
Λεφτά της έλεγε υπάρχουν και μάλιστα πολλά
Και αυτή πολλά τον πίστεψε διότι ήτανε ξανθιά
Και τώρα που σφίξαν τα λουριά και γίνανε όλα σκατά
Το πήρε απόφαση η τρελή να πάει στη ξενιτιά
Την είδα τη Ξανθούλα, την είδα ψες αργά
Που μπήκε στο κουρείο να βάψει τα μαλλιά
Τα έβαψε μαύρα και άραχνα και μαυρομαυριδερά
Για να ταιριάζουν ασσορτί με τη φτωχή καρδιά
Το πήρε απόφαση η τρελή πλέον οριστικά
Θα πάει να βρει την τύχη της σε ξένη αγκαλιά
Μακριά από τη μιζέρια την βαλκανοελληνικιά
Θα πάει σε χώρα γκλάμουρους, σε πόλη βορειοευρωπαικιά
Λαντζέρισσα θα γίνει ή μπιζού στους δρόμους θα πουλά
Βεσέ θα καθαρίζει ή λαθραία τσιγάρα θα διακινά
Τα πάντα όλα θα τα κάνει, δεν είν` ντροπή η δουλειά
Την είδα τη Ξανθούλα, την είδα ψες αργά
Να χαιρετάει συγγενείς, μητέρα και μπαμπά
Την είδα τη Ξανθούλα, την είδα ψες αργά
Να μπαίνει στο βαγόνι να πάει στη ξενιτιά
Την είδα τη Ξανθούλα, την είδα ψες αργά
Να μπαίνει στο βαγόνι να πάει στη ξενιτιά
Ήταν κουκλάρα,ήτανε σέκσι και ας μην ήτανε πια ξανθιά
Ο αποχαιρετισμός, τα κλάμματα και η θλίψη της ταιριάζαν φοβερά
Την είδα τη Ξανθούλα, την είδα ψες αργά
Να μπαίνει στο βαγόνι και μου ραγίστηκε η καρδιά
Κι έτσι πως έφευγε το τρένο, έφευγε από το σταθμό
Εδάκρυσαν οι συγγενείς, εδάκρυσαν οι φίλοι, έχυσα εγώ