(γραμμένο πέρυσι τέτοια εποχή, με αφορμή την προσφυγή στο ΔΝΤ)
Σε γνωρίζω από την μείωση των μισθών τη φοβερή
Σε γνωρίζω από την μείωση των μισθών τη φοβερή
Σε γνωρίζω απ` την ξεφτίλα και την ντροπή την τρομερή
Αχ! Τα κόκαλα πως τρίζουν των Ελλήνων τα ιερά
Ντροπιασμένη, ατιμασμένη, χαίρε ω χαίρε Ανελευθεριά!
Σε γνωρίζω απ` την κόψη του σπαθιού την τρομερή
Που με βία κόβει δώρα, μισθούς, και ό,τι άλλο βρει
Απ` τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά
Ήσουν κάποτε αντρειωμένη Ελληνίδα Ελευθεριά
Απ`τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά
Μεταλλάχτηκες και πρόδωσες τα χρόνια τα παλιά
Εβουτήχθηκες στα χρέη και στη διαφθορά
Το έπαιζες πλούσια Ευρωπαία και Αρχοντομεσογειακιά!
Πουλούσες μούρη και ξεπουλιόσουν με ξένα δανεικά
Μεταλλάχτηκες και πρόδωσες τα χρόνια τα παλιά
Εβουτήχθηκες στα χρέη και στη διαφθορά
Το έπαιζες πλούσια Ευρωπαία και Αρχοντομεσογειακιά!
Πουλούσες μούρη και ξεπουλιόσουν με ξένα δανεικά
Κι επεράσανε τα χρόνια, επεράσαν οι καιροί
κι ήλθε γρήγορα μια μέρα που έμεινες με το βρακί
Εσυνέχισες ακάθεκτη το ίδιο το βιολί
στηριζόμενη σε Ευρώπη και σε Αμερική
Σε δανεικά παλάτια κατοικούσες
Και γλεντούσες βράδυ πρωί
Κι ένα στόμα καρτερούσες
Κι ένα στόμα καρτερούσες
«Έλα, σού`χω κι άλλο δάνειο» να σου πει
Άργειε να`λθει εκείνη η μέρα
Κι ήταν όλα σιωπηλά
Βουτηγμένα μές στα σκάνδαλα,
βυθισμένα στα σκατά
Άργειε να`λθει εκείνη η μέρα
Κι ήταν όλα ασφυκτικά
Όλη η χώρα μές στα χρέη,
όλοι μες στα δανεικά
Κι όσο πέρναγαν οι μέρες
χωρίς βοήθεια καμιά
Τόσο φούσκωναν τα χρέη,
τόσο και η απελπισιά
Δυστυχής! Παρηγορία
μόνη σου έμεινε να λές
περασμένα μεγαλεία
και διηγώντας τα να κλαις
Κι ακαρτέρει κι ακαρτέρει
Φιλοευρωπαική λαλιά
Ένα κτύπαε το άλλο χέρι
από την απελπισιά
Κι έλεες, πότε, αχ πότε βγάνω
πάνω απ` το κεφάλι τα χρέη μου και τις πιστωτικές
Κι αποκρίνοντο από πάνω,
Κλάψες, φοβέρες, κατάρες και απειλές
Τότε σήκωνες το βλέμμα
Μες στα κλάματα θολό
και στα ρούχα σου έσταζε αίμα
Πλήθος αίμα ελληνικό
Με τα ρούχα ματωμένα
Έβγαινες κρυφά και φανερά
Να γυρεύεις εις τα ξένα
Άλλα χέρια δυνατά
Μοναχή το δρόμο πήρες
Εξανάλθες μοναχή
Δεν είναι εύκολες οι θύρες
όταν η χρεία τες κουρταλεί
Αλί αλί και τρισαλί
Άλλος σου έκλαψε στα στήθεια,
αλλά ανάσαση καμιά
Άλλος σου έταξε βοήθεια
και σε γέλασε φριχτά
Αλλοι, οιμέ, στη συμφορά σου
οπού εχαίροντο πολύ
«σύρε να`βρεις τα παιδιά σου!
Σύρε!» έλεγαν οι σκληροί
«Τράβα ζήτα απ` τα παιδιά σου
Πάρ` τους τα δώρα και το μισθό
Αν θές να λέγεσαι Ευρωπαία
Βάλ` το μαχαίρι στο λαιμό»
Κι εσύ έτρεξες αμέσως
Να κάνεις αυτά που σού`χαν πει
Τα πήρες όλα, τα γκρέμισες όλα,
σε μια μέρα σε μια στιγμή
Τα έχεσες όλα, τα έχασες όλα
σε μία Τετάρτη, σε ένα πρωί
Σε γνωρίζω από την στάση του κορμιού σου την σκυφτή
Σε γνωρίζω από την όψη του προσώπου τη φαιδρή
Σε γνωρίζω απ` τη δακρύβρεκτη την υποκριτική
Σε γνωρίζω από τη στάση σου την υποτακτική
Απ` τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά
χιλιοξεκοκκαλιασμένη απ` τα ανίερα θεριά
Χαίρε, άχ, χαίρε για πάντα Λευτεριά!
Απ` τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά
Ήσουν κάποτε αντρειωμένη, ήσουνα Ελευθεριά
Απ`τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά
Βρέθηκες σε ξένα χέρια και σε ξένη αγκαλιά
Στο καλό Ελευθερία! Χαίρε! Αντίο Λευτεριά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου